Ψυχρός διάλογος- άναρχες σκέψεις στη Νέα Χρονιά

 

- Οι πόλεις τελειώνουν, στοχάστηκε ο πολιτικός επιστήμονας.

- Πιο σημαντικό είναι που οι άνθρωποι δεν αγαπάνε το Θεό, αντιτάχθηκε ο ιερέας.

- «Οι άνθρωποι είναι βαθιά πληγωμένοι», αναστοχάστηκε ο ποιητής (Γ.Α.)

- Δυστυχώς, αλλά οι άνθρωποι χαίρονται με τις λύπες και λυπούνται με τις χαρές, είπε ο τραγικός φιλόσοφος και έπεσαν βροχή οι αντιρρήσεις.

- Γιατί την χαρά δεν μπορούν να αντέξουν, θα συμπληρώσει ευθύς αμέσως.

- Αρκεί να συλλογιούνται ελεύθερα, αποτόλμησε ένας ηθοποιός.

- Και να μην αλλάξουν τίποτα, γιατί το όφελός μου δεν μπορεί να είναι και δικό τους. Πρέπει να υπάρχει αξιοκρατία, πώς να γίνει, αντέτεινε ο αναρχικός τραπεζίτης.

- Πόσο ανίκανος μπορώ να γίνω αν δεν μαθαίνω εμένα πρώτα, αναφώνησε σε μια στιγμή αυτογνωσίας ο δάσκαλος που έκλεγε κρυφά στη γωνία.

- Η τέχνη σώζει και συγχωρεί, είπε τότε ο αρτίστας, έχοντας δαγκωτό ένα πινέλο στο στόμα, μα δύσκολα θέλουν οι πολλοί να αποτάξουν την (αυτο)ενοχικότητα, το περνάνε συνήθως για υπευθυνότητα….

 Και χάνουν το δάσος μόνο και μόνο για να προλάβουν, να σταθούν στη σκιά του πρώτου δέντρου που θα εμφανιστεί εμπρός τους…

- Μα αν λυτρωθούν κύριοι πως θα κυκλοφορούν ανερυθρίαστα στους δρόμους της κολάσεως, όταν οι παρωπίδες θα τους καίνε τα μάτια, υποστήριξε με θάρρος ο ψυχαναλυτής.

- Αν καμιά δεν λεγόταν πόρνη, σκλάβα ή χανούμισσα, τότε πως οι σαδιστές, οι σουλτάνοι και οι βιαστές, θα αξίωναν να αποκτούν το αντικείμενο ηδονής τους; Αυτό το είπε Ανώνυμος.

- Θα θελα να πατήσω προσθήκη στα αιτήματα φίλων κάθε Abdul, Mohamed, Ali, κάθε LGBTQ plus plus, σε κάθε αλλότριο είδος προς εμένα, μα δεν μου επιτρέπει ο νάρκισσος εαυτός που τρέφω από παιδί, αποτόλμησε σοβαροφανής υπάλληλος.

Τέλος, πήρε το λόγο ο Αι Βασίλης και αφού είπε σε όλους μερικές ανελέητες κουβέντες, βλέποντας πως κανένας δεν είχε αλλάξει και φέτος, ούτε σε απόψεις, ούτε σε φιλευσπλαχνία, μάζεψε τους αγγέλους και πέταξε το σάκο του με το έλκηθρο στον αργολικό κόλπο.

Τον απογοήτευσαν ξανά, ένας τόσο καλός “άνθρωπος” να μην μπορεί να καταλάβει πως ούτε ο λύκος δέρμα αλλάζει, μήτε και οι άνθρωποι λογική.

Στο βυθό θα ευδοκιμούν στο εξής δώρα και καλούδια που δεν έλαβαν ανθρώπινα χέρια και στη σκέψη πως τελικά υπάρχει θεός και για τις άμοιρες υπάρξεις της θαλάσσης, από αυτή τη νέα χρονιά, θα λατρεύουν έναν ξενόφερτο σε αυτούς Άγνωστο Άγιο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άργος: Μια πόλη κάποτε, σήμερα

Τα φουγάρα τ’ Αναπλιού