Μια χαραμάδα ποίηση
Κατερίνα Γραμματικού

Φέτος, στο μάθημα της Ελληνικής γλώσσας, στην έκθεση, θέμα της είχε το «βιβλίο». Τα σχόλια που ακολούθησαν για τα λογοτεχνικά κείμενα που δόθηκαν, με έκαναν να ανασύρω σκόρπιες «αναγνωστικές» μνήμες και να προλάβω να τις καταγράψω χωρίς να παρεξηγηθώ, παρόλη την παρεξήγηση που επακολούθησε περί του ύφους των διατυπώσεων. Μήπως αυτό να έφταιξε, το πεπλεγμένο των ερωτήσεων που αδικήθηκαν τα κείμενα ή οι συγγραφείς τους; Γιατί δεν ήταν από το βαρύ λογοτεχνικό κεφάλαιο. Μπορεί, γιατί στη χώρα μας αξία έχει ποιος λέει κάτι κι όχι τι λέει. Ίσως πάλι γιατί βλέπουμε το δέντρο κι όχι το δάσος. Μα «το δάσος διαμορφώνει το δέντρο. Απομένει για τον καθένα τόσο λίγη θέση! Δεν μπορείς να ξεφύγεις παρά μόνο σε ύψος» έγραφε ο Andre Gide στους «κιβδηλοποιούς».    
Μια άλλη σύμπτωση ήταν αυτή με την Λέσχη ανάγνωσης “Les mots le parole που έχουμε φτιάξει εδώ στο Ναύπλιο με το φροντιστήριο ξένων γλωσσών «Λόγος». Το προηγούμενο βράδυ των εξετάσεων στη γλώσσα, εμείς διαβάζαμε ποίηση, ταξιδεύαμε σε όλον τον κόσμο με ένα ημερολόγιο, ακούγαμε την ιστορία για τα Βαλκάνια. (Διαβάζαμε διαδικτυακά και μέσα στην καραντίνα.)
Τα κείμενα σαν να τρόμαξαν τους μαθητές αυτή τη φορά. Οι υποσημειώσεις στις σελίδες των κειμένων με ελληνικές λέξεις, που την ερμηνεία τους έδιναν, λέξεις που τείνουν να εξαφανιστούν ή να γίνουν σπάνιες, όπως «το νερό» που ήταν το άλλο θέμα εξέτασης, απαιτούσαν περισσότερο χρόνο σκέψης.


Ξύπνησαν τότε και δικές μου εικόνες. Όπως, εκείνη η ταύτιση ψυχικής κατάστασης ενσυναίσθησης για τους συγγραφείς΄ πάντα πίστευα ότι πολλοί από αυτούς υποφέρουν, ότι δεν είναι και στα «καλά» τους. Ότι δεν γράφουν από ευχαρίστηση, ούτε γιατί έχουν πράγματα λυμένα, αλλά γιατί έχουν κι αυτοί τους δαίμονές τους. Όπως μικρή, αφού είχα πλέον εγκαταλείψει το παιχνίδι, ξεκίνησα το διάβασμα. Στις βιβλιοθήκες των σπιτιών που αλώνιζα, στα ράφια τους, κοιμούνταν άκοπες σελίδες βιβλίων. Εκεί εντόπιζα τη δική μου Liberta.
Έπειτα, στις επισκέψεις μου στην υποτυπώδη βιβλιοθήκη της Αγίας Τριάδας, κάνοντας γρήγορο άλμα από το συντηρητικό Γυμνάσιο, έπρεπε πριν κλείσει για μεσημέρι να γυρίσω το βιβλίο που είχα δανειστεί, για να πάρω άλλο. Ήταν κι ο Κυριάκος ο Σάμιος εκεί.
Μπαίνοντας στην αυλή μεριάζαμε τα απλωμένα ρούχα στο σύρμα και το τσίρκο του νου άρχιζε τα δικά του νούμερα. Ένα μικροκαμωμένο σύμπαν χωρούσε επαρκώς να περάσει από το στενό φάσμα της μεταπολίτευσης στην άγρια κοινωνία των ευκαιριών κι όμως, αφήνοντας μια ικμάδα λυρισμού αιωρούμενη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Όταν η βιβλιοθήκη μας εγκατέλειψε, στέρεψε και η λαχτάρα μου μαζί. Έμειναν τα απλωμένα ρούχα να θυμίζουν το μυθοπλαστικό βασίλειο όπως τα τείχη στα κάστρα.
Η ειρωνεία της τύχης ήθελε, πάλι το προηγούμενο βράδυ των εξετάσεων, σε εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης για το βιβλίο να έχουν καλεσμένη γνωστή ποιήτρια. Πρόσφατα δε, η Nestle, η παγκοσμίου κλάσης εταιρεία, αυτή που έχει χορτάσει πάμπολλα πεινασμένα στομάχια, αναφερόταν για το νερό ότι «δεν μπορεί να αποτελεί δημόσιο αγαθό». Τότε μια αποδρομή της σκέψης μου είδε βρύσες να στερεύουν όνειρα σε παιδιά του «φτωχού» κόσμου, πρόσφυγες να φορούν συρματοπλέγματα δίνοντας παράσταση μέσα στα γκέτο τους, πολέμους να διεξάγονται σε οθόνες και την ποίηση να μικραίνει τόσο που να τρυπώνει παντού.
«Η ζωή είναι ένα αφήγημα» είπε ο συγγραφέας Θοδωρής Γρηγοριάδης μετά τις εξετάσεις.

Ο κόσμος του βιβλίου δεν είναι απόλυτα παραμυθένιος, δεν ονειροβατείς με τη λογοτεχνία ή την ποίηση, δεν είναι χαμένος χρόνος να διαβάζεις ιστορίες, αφήνεις απλά χώρο στις κρυφές σου αναζητήσεις. Ψάχνοντας για ήρωες πιάνεις τα σχοινιά της μαριονέτας φαντασίας και την αφήνεις να παίξει ελεύθερα και ειρηνικά παιχνίδια του νου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άργος: Μια πόλη κάποτε, σήμερα

Τα φουγάρα τ’ Αναπλιού