αναμνήσεις θέρους
Τα τριήμερα έμοιαζαν σαν προεόρτια των
μεγάλων διακοπών. Εκείνα, με τις ημέρες του Καλοκαιριού να μην τελειώνουν. Μ’
έναν γεμάτο Αύγουστο και μια ζεστή θάλασσα για όλες τις ηλικίες.
Δεν υπήρχαν προπαρασκευαστικά τμήματα ξένων γλωσσών ή εντατικά
προετοιμασίας για τις Πανελλαδικές. Υπήρχε μόνο παιχνίδι και θάλασσα. Ανέμελο
ύφος αλά Χωκ Φιν και Τομ Σώγερ μ’ ένα στάχυ στο στόμα, χωρίς κινητό στο χέρι.
Το χαμένο Καλοκαίρι της καρδιάς μας
Τα μπάνια κάποτε ανήκαν στο λαό. Το «Ελληνικό Καλοκαίρι»
υπήρξε. Η κοινωνία φαινόταν τακτοποιημένη στις τάξεις της και η αμφισβήτηση
ανήκε στην ιδεολογική πάλη μιας κάστας διανοουμένων αγωνιστών που χάριν σε αυτήν
- ανέκαθεν- εκδημοκρατιζόμασταν. Με το θέρος ακόνιζες τα αυτοσχέδια δρεπάνια
της συγκομιδής εικόνων και βιωμάτων και η λήξη του σχολείου σήμαινε μια νέα
αρχή.
Υπήρχε και παλιά κατηγοριοποίηση των διακοπών. Αν κάποια
οικονομική και κοινωνική τάξη αναπολεί όμως τη χαμένη της αίγλη, τα λεφτά (κυρίως)
και τα ιδανικά που δικαίως της ανήκαν, είναι η μεσαία τάξη. Σε αυτήν την κάστα των
«Αθηναίων πολιορκητών» ανήκαν οι επισκέπτες του Καλοκαιριού στα χωριά.
Οι διακοπές τους διατηρούσαν
μια μυστηριώδη αίγλη, αφού οι γονείς τους είχαν καλά εισοδήματα, γενναίους
μισθούς και το σπίτι του παππού και της γιαγιάς είχε επισκευαστεί για να
λειτουργεί ως εξοχικό. Δεν θα αργούσε να έρθει η εποχή, όταν μέσα σε λίγο καιρό,
θα το επισκέπτονταν τα ίδια εγγόνια με τα δικά τους παιδιά, διατηρώντας την
ονομασία «εξοχικό» έχοντας στο εξής άλλα εισοδηματικά κριτήρια παρακαταθήκη. Τα
χαμένα μεγαλεία δεν τα απαρνείσαι, τα επαναχρησιμοποιείς αν ξεμείνεις.
Ο καπιταλισμός έφερε φτωχοποίηση, βούλιαξε τάξεις, τελμάτωσε
επαγγέλματα, αλλοτρίωσε συνειδήσεις, διέλυσε ανθρώπινα μυαλά. Σε κάποιους έφερε
διακοπές διαρκείας λόγω μακροχρόνιας ανεργίας.
Τα μπάνια του λαού όμως, για τα φτωχαδάκια τουλάχιστον, λίγο
πολύ δεν άλλαξαν. Απλά, τώρα ίσως να ψωνίζουν περισσότερες πλαστικούρες made in China
για την παραλία, έχουν ακόμα αυτοκίνητο με βενζίνα (!), πίνουν όμως δίπλα
δίπλα με την ανώτερη τάξη freddo
cappuccino με χάρτινο
καλαμάκι, όσο οι προύχοντες περιμένουν τον σκύπερ
να έρθει στα ρηχά να τους πάρει.
Φωτογραφία / Unsplash
Ελληνική Φιλοξενία
Όσοι πάντως είχαν μια θεία να τους φιλοξενεί, ήταν τυχεροί.
Οι τζάμπα διακοπές δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν και η μαγική λέξη «Φιλοξενία»,
αποτελεί μέρος του εθνικού μας προϊόντος, θα έπρεπε τουλάχιστον να γίνει Π.Ο.Π.,
μαζί με τις αγκινάρες, τα λάδια και τα κρασιά, όσο κι αν φοροδιαφεύγει στα
σπίτια των συγγενών και φίλων. Ελπίζω να μην μας βάλλουν να το δηλώσουμε κι
αυτό κάποια στιγμή!
Η φιλοξενία στους θείους για μπάνια, θα παραμένει μια από τις
πλέον γενναιόδωρες πράξεις που θα παραμένει ανεξίτηλη θύμηση.
Την
ελληνική Φιλοξενία νομίζω δεν την υιοθετήσαμε, κυλά στο αίμα όλων των Ελλήνων ή
μήπως ο Δίας μας έκανε όλους αδέλφια;
«Η φιλοξενία είναι πατροπαράδοτη στην οικογένειά μας».
Η ατάκα που είχε πει η Βασιλειάδου στην ταινία «Η ωραία των Αθηνών».
Μπορεί να έχουμε μυστικό «χάρισμα», εθνικό ταλέντο στο να
υποδεχόμαστε τον επισκέπτη, τον τουρίστα, ειδικά τον ξένο, τον αλλοδαπό. Είμαστε
άριστοι οικοδεσπότες, πώς να το κάνουμε. Στρώνουμε με ευλάβεια το τραπέζι, το
γεμίζουμε καλούδια, σερβίρουμε κοπανιστή με υποκλίσεις, μέχρι να την
κοπανίσουμε λόγω εργασιακής εκμετάλλευσης. Σπουδάζουμε την τουρισμό σαν να
σπουδάζουμε Τέχνες. Υποκλινόμαστε στο φιλοδώρημα και εξασθενούμε σε ένα ακόμα χαμένο
ρεπό.
Μας γράφουν !
Κερδίζουμε όμως. Όταν μας γράφουν στις πλατφόρμες με
ευγνωμοσύνη, χαρίζοντάς μας άφθονες ευχαριστίες για την παροχή αυτής της «υπέροχης
Φιλοξενίας και των αξέχαστων στιγμών», έτσι που να μπορούμε κι εμείς να διατηρούμε
το προσφερόμενο προϊόν που καλλιεργούμε (ως μονοκαλλιέργεια, εντάξει) όσο
γίνεται φτηνό στην παραγωγή του, με σκοπό μια ακριβή αξία πώλησης και
μεταπώλησης χάριν της πλήρους απασχόλησης!
Η γη, το απέραντο τουριστικό προϊόν σε μεταπώληση
Η συνέργεια μεταξύ τουριστικών πρακτόρων απέδειξε τις
τελευταίες δεκαετίες, πως όλη η υφήλιος μπορεί να μετατραπεί σε ένα απέραντο
κρεβάτι και μια κουζίνα με «παραδοσιακές συνταγές», αρκεί να υπάρχουν στιβαρά
μπράτσα, χαμόγελα διαρκείας και γερή σπονδυλική στήλη. Αναρωτιέμαι πως θα ήταν
ο κόσμος μας αν όλα μετατρέπονταν σε τουριστικό
αγαθό;
Όσο η Ελλαδίτσα μας πάντως μετατρέπεται σε ένα απέραντο
ξενοδοχείο, εγώ αναπολώ την περιποίηση της θείας, εκείνης της συγκεκριμένης
θείας που δεν υπάρχει πια. Για την φροντίδα της και όλα εκείνα τα ελέη του Θεού
που μας έδινε, αλλά και για τα άλλα. Για την μαγεία που βρισκόσουν μακριά από τα
χωριά του κάμπου και τα βαλτοτόπια για ακτές. Πως είναι να μουλιάζεις στη
θάλασσα και να κάνεις απανωτές βουτιές, να τρως παγωτό με σπίθες, να πηγαίνεις
θερινό σινεμά, να μπαίνεις σε ζαχαροπλαστείο και να διαλέγεις ό,τι θέλεις, να
κλέβεις τσιγάρα από το πακέτο του θείου, να σε στραβώνει ο ήλιος και να
ζαρώνεις τα βλέφαρα στις άγνωστες υπεριώδεις ακτίνες uv, να βολτάρεις σε μια απέραντη παραλία χωρίς κορναρίσματα,
παρκαρισμένα αυτοκίνητα και μηχανές, αγριεμένους καβαλάρηδες και μια κτηνώδη
διάθεση να θέλει να υπερκεράσει τα πάντα.
Όσο οι θείες λιγοστεύουν, λιγοστεύουν και οι παραγωγικές τάξεις,
σαν να συμπυκνώνονται μαζί με τον χρόνο και μαζί τους χάνεται το άρωμα και η γεύση
στα φρούτα. Η παροχή υπηρεσιών έχει την τιμητική της στην μετακαπιταλιστική
οικονομία, είναι αναπόφευκτο.
Αναγκασμένοι να μαθαίνουμε, από νήπια ήδη, ξένες γλώσσες,
μαθαίνουμε εκούσια και την περιποίηση και την φροντίδα της καλής οικοδέσποινας
αμελώντας την μητρική μας γλώσσα. Η Φιλοξενία όμως κυλάει στο αίμα μας, δεν
χρειαζόμαστε πτυχία για να την παρέχουμε. Και πόσα να μάθεις για αυτήν την «Φιλοξενία»
εκτός ότι είναι ένα σύνολο παροχών εκδούλευσης και τρόποι ευγενείας, λέξεις κι
εκφράσεις-κλειδιά σε άριστη προφορά και καλή μετάφραση; Πώς να μεταφράσεις αυτήν την λέξη που δεν
μεταφράζεται, παρά μόνο με νοήματα κωφών και στάση υπηρέτη;
Οι καλοκαιρινές διακοπές θρηνούν το μεγαλείο της ξεγνοιασιάς
τους. Είμαστε όμηροι της συστηματοποίησης των πάντων, ακόμη και των
συναισθημάτων, της αναμονής για το επίδομα κοινωνικού τουρισμού, για ένα καράβι
δρόμο. Όταν κι εσύ θελήσεις να κάνεις διακοπές και μάλιστα σε ξένη χώρα, για να
το επιτύχεις, θα πρέπει να ανήκεις στην εύπορη κοινωνική τάξη και να έχεις
δουλέψει «σκληρά» όλον τον χρόνο.
Θα παραμένουμε μια
τουριστική χώρα, θα σερβίρουμε και θα μαγειρεύουμε όπως η γιαγιά που δεν
γνωρίσαμε, θα χαμογελάμε, θα μιλάμε σιγά, όσο οι εργάτες θα καλουπώνουν
σκαλωσιές και «θα γίνονται θηρία στα
γιαπιά» (όπως λέει το τραγούδι). Όταν κάποια στιγμή θα γυρέψουμε το
«εξοχικό» μας, το σπίτι της θείας ή του παππού, όταν ψάξουμε να βρούμε εκείνο
το Καλοκαίρι με την κομμένη σαγιονάρα, το αγκίστρι που κόλλησε στην απόχη και
το λιωμένο παγωτό, θα είμαστε με κομμένη την ανάσα έξω από την πόρτα του
πατρικού μας που δεν κατοικούμε πια. Κάπου κάπου, επιστρέφοντας, θα μας γίνεται
ολοένα πιο ξένο, βλέποντας κάποιον άλλο να ξεκλειδώνει τις αναμνήσεις μας χωρίς
την άδειά μας.
{Δημοσιεύτηκε στο argolidasnews.gr την ημέρα της εξόδιου ακολουθίας της θείας μου.
αφιερωμένο}
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου