Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Goodbye!

 

Goodbye!

 


Μεταξύ Buffalo και New York, εκεί χτυπά η καρδιά μου. Εκεί εξακολουθεί και χτυπά όπως παντού ο ανηλεής Covid, αυτός που έχει μέσα του το γράμμα V που για την οικονομία σημαίνει βαθιά κατάβαση. τι μας λέει αλήθεια, ότι μέχρι να βγει από την ύφεση και την κρίση έξω στο ιλαρό φως… θα ναι μακρύς ο δρόμος. Για την ψυχολογία όμως μια τέτοια κατάσταση οδηγεί σε κατάθλιψη: όσο πιο βαθύ το μακροβούτι, τόσο απομακρύνεσαι από το φως και την ανάσα.

Εκεί χτύπησε το τέρας, σε πολιτεία της Νέας Υόρκης, ανύποπτα, όπως χτυπά ο δαίμονας του τυπογραφείου που προδίδει τον συγγραφέα, σαν το πένθιμο κάλεσμα της καμπάνας που έχασε το ρυθμό της την στιγμή που γινόταν γιορτή, όπως στην προδοσία με την ξαφνική εγκατάλειψη ενός αγαπημένου από τον άλλον, όπως οι αιώνιοι αιφνιδιασμοί  στις ιστορικές μάχες.

Κάπου εκεί στα ’60 ήταν που η θεία έφτασε στο America μετανάστης. Στάθηκε στα σύνορα USΑ με Canada να θαυμάσει τους καταρράκτες του Νιαγάρα για να μεταλάβει στα άφθονα καθαρτήρια νερά το ύδωρ της ευδαιμονίας. Εκεί θα συναντούσε την ευτυχία, αυτή που καμιά οικονομία δεν θα μπορούσε να της υποσχεθεί, όσο μεγάλη και εν αφθονία Χώρα ήταν αυτή που πήγε, αφού όταν νιώθεις ευτυχισμένος δεν χρειάζονται δια-δηλώσεις.

Ο χαρούμενος εκείνος χτύπος που συνόδευε την άφιξή της, σήμερα, δεν υπακούει και μελωδία καμία δεν σιγοντάρει το αναπάντεχο. Άγνωστη χώρα η πολύπαθη ξενιτιά, άγνωστες οι βουλές του Κυρίου.

Η μέρα που έφυγε έσερνε στο διάβα της μια λάμψη από μετάξι.

Φρόντισαν οι δικοί να την συνοδεύει πάντα η αγάπη για την πατρίδα, την γενέθλια πόλη της ωστόσο. Ελλάδα, Άργος, Bufallo τώρα, για πάντα.

Άφησε όλους τους τόπους και ήχους πέρα. Υπάκουσε σε ένα απλό σφύριγμα, στο ξεγέλασμα του Ερμή που της έκανε σινιάλο για ένα μακρύ ταξίδι αταξίδευτο.

 

Katerina Desminis, 30/11/2020

 

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

 

Less is more

της Κατερίνας Γραμματικού

 

Η παρατεταμένη παραμονή μας στο σπίτι λόγω πανδημίας, μας ξαναφέρνει κοντά σε αξεπέραστες συνήθειες, όπως εκείνες που εκπολίτισαν τον άνθρωπο μα στην πορεία, η οθόνη ήταν αυτή που κέρδιζε έδαφος κατά κράτος. Οι ακροάσεις ραδιοφώνου, από το πιο αγαπημένο πιστεύω μέσο ενημέρωσης διαχρονικά (που ίσως και να μην ξεπεραστεί ποτέ) όπως και το βιβλίο, θεωρητικά είναι συνήθειες που για όσους δεν τις άφησαν ποτέ, μπορεί να επανακάμψουν.

Διάλεξα τις εκδόσεις Κομνηνός για να μιλήσω για βιβλία. Σήμερα μάλιστα, που αρκετός λόγος γίνεται για το αν πρέπει να ανοίξουν τα βιβλιοπωλεία, όταν τα πάντα κλείνουν και παρότι σε κάποιους μπορεί να ακούγεται σαν ανέκδοτο, η ανάγκη διαβάσματος, όσο κι αν αμφισβητείται ως συνήθεια (άλλωστε πολύ σοβαρά πράγματα αμφισβητούνται σήμερα), στ’ αλήθεια υπάρχει.

 

Είναι βιβλία από εκδόσεις που δεν θα παρουσιασθούν εύκολα σε ευρείας κλίμακας έντυπα ή μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παρόλαυτά, διαγράφουν τη δική τους αθόρυβη - κρυφή- τροχιά, ενώ αγαπήθηκαν από «συγκεκριμένο» αναγνωστικό κοινό. Ίσως, η μικρογραφία αναφοράς τους, να συνάδει με τις underground παραγωγές, τον εναλλακτικό κινηματογράφο και τη μουσική σκηνή, τις παραγωγές χαμηλού budget, που η συμβολή τους στην τέχνη κάθε άλλο παρά αμελητέα μπορεί να θεωρηθεί.

 


Οι συγγραφείς των εκδόσεων Κομνηνός (στην εκδοτική που προσωπικά έχω εκδώσει το βιβλίο μου Μικρές Πλάνες, 2020), ενώνουν με τις ιστορίες τους μακρινές περιοχές της Ελλάδας, μιας και πολλοί από αυτούς ζουν πέραν του Αττικού πεδίου.

 

Τις μικρές εναλλακτικές εκδόσεις να ναφέρω ότι τις χαρακτηρίζει η ατομική δοκιμασία του ίδιου του δημιουργού, στο να προωθηθεί το έργο του και να αναγνωριστεί, ή και καταξιωθεί πέραν του στενού, άλλοτε «επαρχιακού», λιγότερο πάντως εκκοσμικευμένου Αθηναϊκού κατεστημένου, καθιστώντας τον λιγότερο ευνοημένο, έναντι των δημιουργών μεγάλων εκδοτικών οίκων. Εκδοτικά πάντως, συνδράμουν στο να απαντηθεί το αόριστο ερώτημα που πλανάται : τι είναι καλό βιβλίο (και ποιοι διαβάζουν).

Το λίγο μπορεί να σημαίνει τελικά πολλά περισσότερα.

Αναφέρω κάποιους τίτλους που τυχαίνει να τους έχω διαβάσει, όπως:

 Πως έλυσα το μυστικό το μεγάλο μυστήριο του Λευτέρη, της Αλεξάνδρας Κόλκα

Τα δάκρυα του φοίνικα, του Γιάννη Βλαχάκη

Tο σπίτι της Μελισσάνθης, Πασχαλιάς Βαρύτη-Κουμπλή

Φιλίπε το κλειστοφοβικό μυρμήγκι, της Φωτεινής Βαβουράκη

Αγάπης ραγίσματα, της Βιργινίας Μάρκου

O Τζόνι ξύπνησε, του Κώστα Τζατζάνη

Ο φουσκάκι Τάκη στο ξέφωτο του δάσους, του  Νίκου Παπανικολάου

Ποτέ δεν είχαμε χρόνο, της Μαρίας Φωτοπούλου

Το ταξίδι του έρωτα, του Βασίλη Σαμοΐλη


Μπορείτε να παραγγείλετε τα βιβλία των εκδόσεων Κομνηνός (www.komninosbooks.gr

στο τηλ. 2130434485,

μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος στο 6944799607

στο email:  komninosbooks@gmail.com

ή με αντικαταβολή στη Speedex courier (ελ. χρέωση 4€ και για τρείς τίτλους και πάνω δωρεάν τα μεταφορικά).

 

 

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Αρβανιτιά

 

Αρβανιτιά προς Καραθώνα, Κυριακή μεσημεράκι

 

Ηλιοστάλακτη μέρα. Αφήσαμε πέρα τη μοναξιά, την αστυνόμευση, λόγω μετάδοσης του ιού, δεμένη στις απαγορεύσεις. Μερέψαμε από την ομορφιά. Μοναχικά κυκλάμινα στο διάβα μας. Κάππαρη αγκαλιασμένη με θάμνους. Σεμνά μικροκαμωμένα κρινάκια, νεογνά φραγκόσυκα, ετοιμάζονται να θεριέψουν μπρος στην επιβολή του βράχου. Ασημένιες αχτίδες λαχταρούν την ένωσή τους με τη γη ….. ξύλα γλυπτά κάτω στην ακτή, κάποτε βλάσταιναν κι ανθούσαν, αποκαμωμένα πια, μετά από τις οδύνες μιας θάλασσας που τα ξέβρασε.





Έντομα, τερετίσματα, άνθη. Το ασβεστωμένο εικονοστάσι. 


                                      (Η εμφάνισή της έγινε θέμα φωτογράφισης εκείνη την στιγμή για πολλές μηχανές.)


Στο συναπάντημα, γνωστοί και φίλοι περιπατητές. Πιάσαμε κουβέντα και βρήκαμε πάλι το βηματισμό μας. Πιο πέρα λιγοστοί τολμηροί αναρριχητές. Σταθήκαμε να τους παρατηρούμε να γαντζώνονται γερά για να ανέβουν τους βράχους. Με την λαχτάρα της κορυφής για προσμονή, έτσι όταν πιάνεσαι από τις φυσικές σκαλωσιές, που κι αετοί στέκονται σε αυτές, των προηγούμενων την θέληση ακολουθούν για να την κατακτήσουν.

Ξεμακρύναμε κι άλλο ανέμελα.

Τρίτη 4 Αυγούστου 2020

αλληγορική ιστορία με αφορμή το διαγωνισμό φωτογραφίας και μικροδιηγήματος του ΦΟΥΓΑΡΟΥ στο διάστημα της Καραντίνας 2020 βραβεύτηκαν - με τη λήξη της - φωτογραφίες και κείμενα . Μεταξύ αυτών ήταν και το μικρό Σκουόνκ που πήρε το 2ο βραβείο


To τρομαχτικό υπέροχο Σκουόνκ


Κατερίνα  Γραμματικού


Όταν η ζωή και η ομορφιά μιλά με παραβολές, ένα παράξενο ζώο, το Σκουόνκ έχει μια δική του ιστορία να πει.
Τριγυρνάει στα δάση της Αμερικής, στις τσούγκες του Καναδά. Εκεί ζουν απομονωμένα πολλά μυθικά τέρατα, παρέα με μεγάλα θηλαστικά, λύγκες και τόσα άλλα ανήμερα ζώα.
Το συγκεκριμένο ζωάκι όπου πηγαίνει κλαίει κι ολοένα δάκρυα χύνει. Όσο τρέχει κλαίει και κρύβεται από την ντροπή που νοιώθει, αφού έχει ένα πετσί σε άθλια κατάσταση, γεμάτο εξογκωμένες βούλες και φακίδες. Αν το ακούσει άνθρωπος να κλαίει, θα είναι σίγουρα κυνηγός. Έχει βάλει σημάδι το πετσί του, γιατί είναι σπάνιο και αν το πουλήσει ως θήραμα έχει μεγάλη αξία.
Όσο το κυνηγούν αυτό καταφέρνει και διαφεύγει. Καλούν γι’ αυτόν τον λόγο κι άλλους κυνηγούς, μήπως μπορέσουν και το πιάσουν.
Μέχρι που κάποια μέρα, το απελπισμένο, το δυστυχισμένο και αποκρουστικό ζωάκι, τρέχοντας να κρυφτεί και χύνοντας δάκρυα πίσω του,  το ακολουθούν οι κυνηγοί και τα κλάματά του τους οδηγούν σε μια τρύπα. Εκεί που κρυβόταν το Σκουόνκ. Αμέσως το ξετρυπώνουν και το ρίχνουν σε ένα τσουβάλι μέσα.
Έτσι έπιασαν ένα από τα σπάνια Σκουόνκ, ακολουθώντας τα δάκρυά του.
Στο δρόμο, όσο οι λαθροκυνηγοί αφηγούνταν ευφάνταστες ιστορίες για κυνήγια, το Σκουόνκ δεν σταμάτησε να κλαίει. Έκλαιγε ασταμάτητα, γοερά, ποτάμια κλάματος ξεχείλιζαν, τόσο που «έπνιξαν» κάθε ελπίδα σωτηρίας. Τα δάκρυά του ήταν που έφεραν βροχή, πλημμύρισαν οι κάμποι και χείμαρροι ορμητικοί κατέβαιναν από τα βουνά που φούσκωσαν τις θάλασσες και τότε οι κυνηγοί πήραν την απόφαση να σκοτώσουν όλα τα Σκουόνκ που υπήρχαν έτσι ώστε να αλαφρώσει η φύση. Τότε είδαν πως ξαφνικά δεν έφερνε πια βροχή, αφού νερό δεν είχαν οι θάλασσες και τα ποτάμια είχαν στερέψει.   
Θα πρέπει στ’ αλήθεια να αναρωτήθηκε το ζωάκι αν αυτό που είχε πάνω στο δέρμα του ήταν το χειρότερο πράγμα στον κόσμο και το πήρε πάλι το παράπονο.
Φτάνοντας κάποια στιγμή στον προορισμό τους οι κυνηγοί, άνοιξε το σάκο ένας για να το ελευθερώσει και κοίταξε μέσα. Δεν υπήρχε τίποτα για σώμα, μόνο αφρούς και δάκρυα βρήκε.
«Έλιωσε από τα δάκρυα», είπε ο κυνηγός του Σκουόνκ.


Παραλλαγή ενός μύθου του Ουίλιαμ Τ. Κοξ, από τα «Τρομαχτικά πλάσματα των δασών, καθώς και λίγα θηρία των ορέων και των ερήμων», όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, εκδ. Πατάκη, 2016, «Το βιβλίο των φανταστικών όντων».


Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

Μια χαραμάδα ποίηση
Κατερίνα Γραμματικού

Φέτος, στο μάθημα της Ελληνικής γλώσσας, στην έκθεση, θέμα της είχε το «βιβλίο». Τα σχόλια που ακολούθησαν για τα λογοτεχνικά κείμενα που δόθηκαν, με έκαναν να ανασύρω σκόρπιες «αναγνωστικές» μνήμες και να προλάβω να τις καταγράψω χωρίς να παρεξηγηθώ, παρόλη την παρεξήγηση που επακολούθησε περί του ύφους των διατυπώσεων. Μήπως αυτό να έφταιξε, το πεπλεγμένο των ερωτήσεων που αδικήθηκαν τα κείμενα ή οι συγγραφείς τους; Γιατί δεν ήταν από το βαρύ λογοτεχνικό κεφάλαιο. Μπορεί, γιατί στη χώρα μας αξία έχει ποιος λέει κάτι κι όχι τι λέει. Ίσως πάλι γιατί βλέπουμε το δέντρο κι όχι το δάσος. Μα «το δάσος διαμορφώνει το δέντρο. Απομένει για τον καθένα τόσο λίγη θέση! Δεν μπορείς να ξεφύγεις παρά μόνο σε ύψος» έγραφε ο Andre Gide στους «κιβδηλοποιούς».    
Μια άλλη σύμπτωση ήταν αυτή με την Λέσχη ανάγνωσης “Les mots le parole που έχουμε φτιάξει εδώ στο Ναύπλιο με το φροντιστήριο ξένων γλωσσών «Λόγος». Το προηγούμενο βράδυ των εξετάσεων στη γλώσσα, εμείς διαβάζαμε ποίηση, ταξιδεύαμε σε όλον τον κόσμο με ένα ημερολόγιο, ακούγαμε την ιστορία για τα Βαλκάνια. (Διαβάζαμε διαδικτυακά και μέσα στην καραντίνα.)
Τα κείμενα σαν να τρόμαξαν τους μαθητές αυτή τη φορά. Οι υποσημειώσεις στις σελίδες των κειμένων με ελληνικές λέξεις, που την ερμηνεία τους έδιναν, λέξεις που τείνουν να εξαφανιστούν ή να γίνουν σπάνιες, όπως «το νερό» που ήταν το άλλο θέμα εξέτασης, απαιτούσαν περισσότερο χρόνο σκέψης.


Ξύπνησαν τότε και δικές μου εικόνες. Όπως, εκείνη η ταύτιση ψυχικής κατάστασης ενσυναίσθησης για τους συγγραφείς΄ πάντα πίστευα ότι πολλοί από αυτούς υποφέρουν, ότι δεν είναι και στα «καλά» τους. Ότι δεν γράφουν από ευχαρίστηση, ούτε γιατί έχουν πράγματα λυμένα, αλλά γιατί έχουν κι αυτοί τους δαίμονές τους. Όπως μικρή, αφού είχα πλέον εγκαταλείψει το παιχνίδι, ξεκίνησα το διάβασμα. Στις βιβλιοθήκες των σπιτιών που αλώνιζα, στα ράφια τους, κοιμούνταν άκοπες σελίδες βιβλίων. Εκεί εντόπιζα τη δική μου Liberta.
Έπειτα, στις επισκέψεις μου στην υποτυπώδη βιβλιοθήκη της Αγίας Τριάδας, κάνοντας γρήγορο άλμα από το συντηρητικό Γυμνάσιο, έπρεπε πριν κλείσει για μεσημέρι να γυρίσω το βιβλίο που είχα δανειστεί, για να πάρω άλλο. Ήταν κι ο Κυριάκος ο Σάμιος εκεί.
Μπαίνοντας στην αυλή μεριάζαμε τα απλωμένα ρούχα στο σύρμα και το τσίρκο του νου άρχιζε τα δικά του νούμερα. Ένα μικροκαμωμένο σύμπαν χωρούσε επαρκώς να περάσει από το στενό φάσμα της μεταπολίτευσης στην άγρια κοινωνία των ευκαιριών κι όμως, αφήνοντας μια ικμάδα λυρισμού αιωρούμενη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Όταν η βιβλιοθήκη μας εγκατέλειψε, στέρεψε και η λαχτάρα μου μαζί. Έμειναν τα απλωμένα ρούχα να θυμίζουν το μυθοπλαστικό βασίλειο όπως τα τείχη στα κάστρα.
Η ειρωνεία της τύχης ήθελε, πάλι το προηγούμενο βράδυ των εξετάσεων, σε εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης για το βιβλίο να έχουν καλεσμένη γνωστή ποιήτρια. Πρόσφατα δε, η Nestle, η παγκοσμίου κλάσης εταιρεία, αυτή που έχει χορτάσει πάμπολλα πεινασμένα στομάχια, αναφερόταν για το νερό ότι «δεν μπορεί να αποτελεί δημόσιο αγαθό». Τότε μια αποδρομή της σκέψης μου είδε βρύσες να στερεύουν όνειρα σε παιδιά του «φτωχού» κόσμου, πρόσφυγες να φορούν συρματοπλέγματα δίνοντας παράσταση μέσα στα γκέτο τους, πολέμους να διεξάγονται σε οθόνες και την ποίηση να μικραίνει τόσο που να τρυπώνει παντού.
«Η ζωή είναι ένα αφήγημα» είπε ο συγγραφέας Θοδωρής Γρηγοριάδης μετά τις εξετάσεις.

Ο κόσμος του βιβλίου δεν είναι απόλυτα παραμυθένιος, δεν ονειροβατείς με τη λογοτεχνία ή την ποίηση, δεν είναι χαμένος χρόνος να διαβάζεις ιστορίες, αφήνεις απλά χώρο στις κρυφές σου αναζητήσεις. Ψάχνοντας για ήρωες πιάνεις τα σχοινιά της μαριονέτας φαντασίας και την αφήνεις να παίξει ελεύθερα και ειρηνικά παιχνίδια του νου.

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

ΠΑΛΑΜΠΟΥΡΤΖΙ

Ο εγκλεισμός ένωσε αλλοτινές συνήθειές μας, μάθαμε στις εξόδους μας να μην καθόμαστε σε τραπεζάκι. Να κόβουμε βόλτες και να τριγυρνάμε στους δρόμους. 
Γέμισαν ξανά τα μπαλκόνια με καπνιστές. Θα ξανάρθει άραγε η κανονικότητα;

Μας βλέπω που καθόμαστε σαν τα χελιδόνια στα πεζούλια μες στο σκοτάδι όλον αυτόν τον καιρό και λέω αλλάξαμε τις εποχές. Ο φάρος του Ναυπλίου έγινε ξανά φιλόξενος τόπος για αποδημητικά πουλιά, τους απανταχού φοιτητές και μαθητές των πέριξ. Αφήσαμε τον καφέ των 4 ευρώ για αργότερα αλλά καθόμαστε στις ίδιες καρέκλες. Το είδαν αυτό οι μαγαζάτορες και μάζεψαν τα τραπεζοκαθίσματα και ότι προικιά έχουν απλώσει στην παραλία τους και έθεσαν όρια με κορδέλες αστυνόμευσης.

«Το μαγαζί δεν διατίθεται για κραιπάλες». (Όταν έκοβαν κι έραβαν τα κουβούκλια φτιάχνοντας βιτρίνες από plexiglass, τότε δεν είπαμε τίποτα, δεν μίλησε κανείς).

Δεν θέλουμε να μένουνε άλλο σπίτι. Κατά ανάγκην και όχι κατ’ επιλογήν. Όσο καιρό δεν είχαμε στέκι δημιουργήσαμε, κάναμε τις πλατείες και τα πεζοδρόμια στέκι μας. Δεν ήμαστε πάντως έξω λόγω ανυπακοής, δεν πειθαρχούμε γιατί πρέπει, ούτε χρησιμοποιούμε κομψές λέξεις όπως «κοινωνική ευθύνη» και «κοινωνική αποστασιοποίηση» λόγω συρμού και χάριν εντυπωσιασμού.

Βγαίναμε έξω και συνεχίζουμε, γιατί είναι απόλυτα φυσιολογικό το να βγούμε. Γιατί χρόνια μας πειθαρχούσε το κράτος, η εκκλησία, το σχολείο να πηγαίνουμε εκεί που πάνε και οι άλλοι. Βλέπαμε να συνευρίσκονται σε πλατείες στις προεκλογικές τους φιέστες. Μαθαίναμε χρόνια πως μαζεμένοι πολλοί διεκδικούν δικαιώματά τους και αν συνωστιζόμαστε σε αίθουσες αναμονής, σε νοσοκομεία της μάζας, σε αίθουσες διδασκαλίας των 30 ατόμων, εκεί που μας στοιβάζετε σαν εμπόρευμα, τώρα μας λέτε ελάτε στο σχολείο με δική σας ευθύνη, εμείς λέμε να μην πάμε, παρότι το επιθυμήσαμε κάπως το σχολείο, δεν θέλουμε όμως να κινηματογραφούν ότι μας διδάσκουν. Δεν ακούγεται κάπως αυτό;



Ούτε πάλι να βιαστείτε να βγάλετε συμπεράσματα και να βαπτίσετε με δικούς σας δημοσιογράφους τις αθώες συναντήσεις μας σε ανοικτούς χώρους, ως αντιλαϊκές και τους ψιθύρους μας ως ύποπτες ενέργειες, ούτε τα σπινθηρίσματα των αναπτήρων ωρολογιακές βόμβες. Δεν είμαι πάντα ένοχος εγώ, ο άγνωστος νεαρός ή όψιμος γέρος της οικουμένης, ο κοινωνικά ανώριμος. Δεν είμαι πρεζάκι, βαποράκι, δεν έχω πάνω μου πυρομαχικά εξιλέωσης, μαριχουάνα και ναρκωτικά πάσης φύσεως για να σας κάνω το χατίρι να με πιάνεται –αν και θα΄ θελα που και που να δοκιμάζω τις αντοχές μου με το σύστημα. Κυκλοφορώ πάντως δίχως μάσκα, με μια μπύρα –πράσινη- στο χέρι, έχω 12 Piercing πάνω μου και έχω ένα κολοδάκτυλο που δεν το αποστείρωσα ποτέ για ΤΑΤΟΥΑΖ. Σας το δείχνω για να σας λέω ότι δεν σας ανήκω. Θα γλύφω τα πατώματα και θα φτύνω τη τσίχλα για να σας κωλύσω, όσο με προκαλούν τα ΜΑΤ. Ύστερα θα πηγαίνω στα μέρη που συχνάζαμε εν μέσω κορωνοβίρους.

Που δεν θα σας τα αποκαλύψουμε. Είναι οι κρυψώνες μας.

Δεν μπορώ να μάθω να αραιώνω. Εσείς με μαθαίνατε να στέκομαι με τον όχλο και να ζητωκραυγάζω, μου επιτρέπατε να πηγαίνω στα γήπεδα για να εκτονώνομαι. Να ξέρετε μόνο πως λέξεις με ρ μέσα τους με φοβίζουν κι εμένα: αρρώστια, διασπορά, ορθή λογική, κοκ.
Kατερίνα Γραμματικού δημοσιεύτηκε στο  PALAMPOYRTZI

Βιβλίο

Μικρές Πλάνες
το νέο βιβλίο μου

περιγραφή
Η ζωή στο χωριό Κιργί, ένα οικογενειακό τραύμα κι ένας ανολοκλήρωτος πρώιμος παιδικός έρωτας. Το σκηνικό γύρω από το οποίο πλέκεται ο «μύθος», όπως μας τον αφηγείται ένα νεαρό κορίτσι.
Πίσω όμως από το δράμα που θα μετενσαρκωθεί σε σχιζοφρένεια ή την ερωτική παραπλάνηση, που εκτυλίσσονται και κορυφώνονται στη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, ξεδιπλώνεται η πραγματική καταγεγραμμένη και μη Ιστορία. Η ζωή του Πατέρα, που παρουσιάζεται ως  αρχέτυπο (κακέκτυπο), οι απογοητεύσεις και οι ήττες του, η υποκρισία και οι μικρές πλάνες των ανθρώπων σε μια μικρή κοινότητα, στην ελληνική περιφέρεια, ο ηθικοπλαστικός ρόλος της οικογένειας και της Εκκλησίας, μπλέκουν με μνήμες από τον πόλεμο, τη Χούντα και το χρηματιστηριακό μεσουράνημα των ’90, αλλά και με τα γεγονότα που χρωματίζουν τη σύγχρονη ζωή.
Στο μυθιστόρημα της Κατερίνας Γραμματικού, ο παιδικός έρωτας αποκαθηλώνεται και βυθίζεται στη μνήμη, και ο Πατέρας, οριστικά «προδομένος», καταχρεωμένος εγκαταλείπει τα εγκόσμια, αφήνοντας χώρο σε μιαΑντιγόνη, ναθετήσει τους νόμους και την ηθική, γιατί μόνο έτσι θα καταφέρει να προχωρήσει.
 Μπορείτε να προμηθευτείτε το νέο μου βιβλίο απο το http://komninosbooks.gr/

Στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις 
 

Θεατρικό

Lebenstraum

Κατερίνα Γραμματικού

Lebenstraum «Πουλάμε φθηνά θάνατο. Αγοράστε!» θα μπορούσε να γράφει το πανό πάνω από το πάλκο κάποιας θεατρικής σκηνής. Η θεωρία του μανδαρίνου θριαμβεύει ξανά (πολύ παλιό έργο του πορτογάλου Εκα Ντε Κουέιρος). Πριν τα συγκλονιστικά γεγονότα της ανέλπιστης πανδημίας με τις εκατόμβες θανάτου σε - ιδιαίτερα μάλιστα- αναπτυγμένες χώρες του κόσμου, μια προφητεία θα επιβεβαιωθεί. Το έργο Lebenstraum γράφτηκε λίγο πριν εκπνεύσει το 2019. Τον Απρίλιο του 2020 όσο ο κορωνοϊός θανατώνει, εφημερίδες γράφουν για επενδυτικά κεφάλαια θανάτου. Άνθρωποι σκαρφίζονται προϊόντα που πουλούν σε υποψήφιους αγοραστές –ασφαλισμένους σε τιμή ευκαιρίας και που αποδίδουν στον θάνατο. Επενδύοντας προνοητικά στη δυστυχία των μαζών, μπορείς να γίνεις πλούσιος! Ένα θεατρικό έργο για 4 πρόσωπο με πρωταγωνιστές τον βασικό ήρωα Άδμητο, τον άγγελο, την αιώνια αγαπημένη και τον ασφαλιστή. Λίγο ακόμη ζωτικός χώρος είναι αναγκαίος, όσο έχεις χώρο μπορείς να ερωτευτείς, γιαυτό το έργο έχει δισυπόσταστο τίτλο Lebensraum και Lebenstraum. Ο εγκλεισμός λειτουργεί κατασταλτικά στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Το αδηφάγο pac-man
Κατερίνα Γραμματικού

Είναι ολόκληρο ένα στόμα. Τρώει λαίμαργα. Πεινασμένος λύκος που εξολοθρεύει ολόκληρα κοπάδια. Σταματά μόνο μπροστά στην εξαφάνιση.
Στην προσπάθειά τους πολλοί να γλιτώσουν από το στόμα του, να το ξεγελάσουν, φορούν μάσκες, γάντια, στολές, δεν αγγίζουν και ερωτοτροπούν ανέπαφα. Μα αυτό εκεί, να τους αναγνωρίζει και να χτυπά δίχως καμιά διάκριση μέσα στο λαβυρινθώδες κόσμο του.
Ανθρώπινα όντα τα βλέπει εχθρικά φαντασματάκια και η προγραμματισμένη λειτουργία του υπαγορεύει : εξόντωσέ τα!

Κι αυτά τότε τρυπώνουν δεξιά και αριστερά, ανεβαίνουν από κάτω, κατεβαίνουν από πάνω, τρέχουν να προλάβουν να φτάσουν στο ασφαλές καταφύγιο της απομάκρυνσης. Σαν το σκοτάδι να γλιτώνει προσωρινά τον καταζητούμενο.
Η συμπαντική του δύναμη προέρχεται από την εξουδετέρωση. Η γλώσσα μηχανής και η εργαστηριακή δομή του όρισαν on/off, στο μηδέν να θανατώνει και να μπορεί να αντιγράφεται. Δεν υπάρχει παρά μόνο αν τρώει σκοτώνοντας. Ένας καλά κατασκευασμένος δολοφόνος που δεν θα σταματήσει να τρώει παρά μόνο αν φάει και τον εαυτό του. Εάν βέβαια δεν τον προλάβει ο εξολοθρευτής του, αφού όσο αυτό θα τρώει και μέχρι να φαγωθεί, διμοιρίες από pac-man τύπου covid-19  θα  προσπαθούν να εκτελούν εντολές μέχρι να αυτοεξοντωθούν.


Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020


Ο δικός μας Θεός
[αιτιατικό βλασφημίας]

της Κατερίνας Γραμματικού

Έναν καλό Σαμαρείτη ψάχναμε και φέτος τα Χριστούγεννα μα ερημιά. Χορτάσαμε από αχριοχρίστιανους που οπλοφορούν με ένα viral στη τσέπη-ένα νέο είδος λιθοβολισμού ή αυτοδικίας, μεταξύ των πολλών δυνατοτήτων των κοινωνικών δικτύων.
Το corpus της αισθητικής (ηθικής) ήρθε και δάγκωσε το χέρι του εικονομάχου γιατί παραβίασε μιαν εντολή. Η κοινωνία φωνάζει για κάποιο μέλος της ότι παραφέρθηκε. Ο ιερουργός ζήτησε θυσία για την σωτηρία ημών και υμών. Η εξιλέωση αργεί να έρθει γιατί κανείς Αβραάμ δεν λέει να σφάξει το νινί του.
                                                      
Καλοί Σαμαρείτες του ελέους φανερωθείτε!
Που είστε επιτέλους να σηκώσετε το βάρος της Πτώσης; μόνο να σταυρώνεται είστε ικανοί;
Η βλασφημία φτιάχνει ενόχους, τιμωρούς. Ο φόβος εχθρούς. Γεννάει κακία. Γιατί δε μιλάτε; μήπως σκανδαλιστήκατε και κάπου κρυφογελάτε καπνίζοντας;
Πάντως αν όχι ο Κραβάτζιο, που αυτός κι αν σκανδάλισε τους πάντες στην εποχή του ή ο Τζορντάνο και άλλοι αιρετικοί, ο Warhol σίγουρα θα γελούσε πολύ με την πειραγμένη αγιογραφία. Μα πιο πολύ απ όλους γελά μαζί μας ο Θεός. Ο δικός μας θεούλης. Αυτόν που έχουμε βάλει σπίτια μας, μαζί με έναν Χριστό, μια Παναγιά κατά παραγγελία για décor. Αυτός είναι, που μαζί του θρονιαζόμαστε πάνω στην παχιά φλοκάτη και κάπου κάπου παίζουμε, έτσι για να περνά η ώρα. Του βάζουμε κραγιόν και μάσκαρα, φρου φρου και αρώματα, εξαγοράζοντας με λίγη πίστη, λίγη παραπάνω θαλπωρή. Για να απενοχοποιούμε τη φθορά του κόσμου και να κάνουμε γαργάρα την όποια ανομία.
Κι εκείνο το άστρο πάλι τίποτα έφερε και η επιφοίτηση έγινε επίφαση και τα Επιφάνια ήρθαν ξανά με έναν Θεό ίσα που να χωρά από μια χαραμάδα φωτός. Παρότι η μικρή μας πόλη, όπως τόσες άλλες, φωταγωγήθηκε με χιλιόμετρα από φωτάκια, απλά φωσφορίζουν, δεν ρίχνουν φως, φως αληθινό στο σκοτάδι που αγκαλιάζει συρματοπλέγματα, μεγαλομανείς ηγεμόνες, αθέατα βαποράκια, τη θλίψη που τριγυρνά στους δρόμους και στα σπίτια μέσα. Θα συνεχίσουν ωστόσο να μας προσβάλλουν εικόνες της TV που μας εξαθλιώνουν και μας μειώνουν, όσο παραμένει πιστό το αβλαβές κοινό της, βουβό στη σιωπή του, δίπλα στο δικό του Θεό θεούλη του.


ΥΓ . Άπλετο φως ελπίζω να χυθεί στα Νοσοκομεία της περιοχής μας. Οι αγιογραφίες των γιατρών έχουν από μια μουντζαλιά επάνω τους κι ένας τραυματισμένος νέος από το βράδυ των Χριστουγέννων ψάχνει ακόμα χειρουργείο (έως και το Σάββατο που γράφτηκαν αυτές οι αράδες τίποτε δεν είχε αλλάξει, είχε πέσει απλά σε αργίες).

Μια πόλη μαγική (οδηγός θύμησης μιας πόλης)

Δημοσιεύτηκε στο www.culturepoint.gr  Δεκάδες στοιχισμένα τραπεζοκαθίσματα καταλαμβάνουν τη μεγάλη πλατεία, τον περιφρουρημένο λιμώνα των ca...