BonsaiStories  

“Γυναίκα πίσω από την κουρτίνα “

Εκατόν τριάντα επτά μέρες. Τόσες είχαν περάσει μέχρι τη μέρα που έφυγε. Τις μετρούσε μία μία η Λουκία πίσω από την κουρτίνα του καθιστικού. Από εκεί παρακολουθούσε κι όλες τις κινήσεις της αυλής στο γειτονικό σπίτι. Τον αισθανόταν και τον αφουγκραζόταν σιωπηλά. Είχε ως φαίνεται κι αυτή τις ενοχές της.
Μήπως ήταν αυτή που έσερνε τα καράβια στις ακτές; Ή μήπωςαυτή βαστούσε τις άγκυρες, μη τυχόν και σηκωθούν και μαζί με τα καράβια λυθούν και συνειδήσεις;
Ίσως, σκεφτόταν για να δικαιολογηθεί, πως κάπως έτσι θα΄φτασε και τούτος: δούλος μαζί με Άλλους, στοιβαγμένος στα αμπάρια κάποιας γαλέρας, σε μια τριήρη μέσα κιέτσι να βρέθηκε εδώ, όμοια όπως του’ τυχε του έρμου Οδυσσέα, άγρια να περιπλανηθεί, μα να σωθεί. Μπορεί και να ξέχασε ο καπετάνιος πανιά να αλλάξει κι αυτά από αντανάκλαση πήραν το χρώμα του δέρματος των Ξένων επιβαινόντων.

«Οι φουρτούνες και οι θάλασσες τελειώνουν στις ακτές, εκεί που οι άνθρωποι θεριεύουν»της έλεγε ο άντρας της Λουκίας. Καπετάνιος ήταν αλλά έφυγε αιφνιδιαστικά. Έτσι κατέληξε μονάχη, παρέα με τις γάτες’ θα΄ ναι καμιά πενηνταριά, αν και κάθε πρωΐ που της μετράει δείχνεινα αναρωτιέται αν βγάζει τον ίδιο αριθμό.
Ήταν βέβαια που δεν τον είχε δει κι άλλος κανείς. Υπήρξε μόνον για αυτήν, την γυναίκα πίσω από την κουρτίνα. Οι δυό τους γνωρίζονταν καλά. Ο άντρας έφερε πάνω στο σώμα του μια ολόκληρη θρησκεία, μια γενιά, ένα έθνος, μα το πιο σπουδαίο, τη θεάρεστη φιγούρα μιαςγυναίκας κι ένα σπαθί ολόρθο που μ’ αυτό θα τιμωρούσε την όποια λαβωμένη τιμή της. Αυτή όμως θέλησε να ακολουθήσει στρεβλά ή μοιραία το δρόμο των γοργόνων στην αυταπάτη του βυθού πέφτοντας…το σπαθί μαζί και το χέρι του λυπημένου άντρα σκούριασε κι άχρηστο παρέμεινε στο θηκάρι.
«Γεμίσαμε μούσκουλα και οι γάτες δεν λένε να κάνουν προκοπή όσο τα καλομαθαίνει η διπλανή».Την άκουγε να εναντιώνεται συνεχώς η Κυρία Μερόπη κάθε φορά που έβγαινε στην πίσω αυλή της διπλανής μονοκατοικίας, σύζυγος καθηγητή και μητέρα τριών παιδιών. Πολλά πολλά όμως δεν είχανε μεταξύ τους οι γειτόνισσες.
Δεν ήξερε άλλος κανείς ότι από το φαΐ για τις γάτες, μερίδιο στη χόρταση είχε και μια ανθρώπινη ψυχή.
Ήταν από κείνες τις μέρες που η Λουκία δεν κρύφτηκε πίσω από την κουρτίνα να τον παραφυλάξει. 
Κάποιος σαν να την καταδίωκε και της έστησε πλεκτάνη και η Λουκία εξαφανίστηκε για τρεις ολόκληρες μέρες. Είχε μια πέτρα σφηνωμένη στο κεφάλι της, βαλμένη από Ερινύες. Ημικρανίες τις λένε οι άβουλοι τις ανάξιες λόγου σκέψεις. Οι ίδιες θα την παρηγορούσαν, γιατί πως αλλιώς θα ανέχονταν να υποφέρει μέσα της ζώντας έτσι αμέτοχη στον αθέατο κόσμο.

Είπαν. Αλλοδαπός καταζητούμενος ετών 35 βρέθηκε νεκρός από ποντικοφάρμακο σε προάστιο σήμερα το μεσημέρι.
 Γραμματικού Κατερίνα


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άργος: Μια πόλη κάποτε, σήμερα

Τα φουγάρα τ’ Αναπλιού